- ἐσῆς
- εἰσ-εἰμίsumimperf ind act 3rd sg (doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
.ούσης — ἕσης , ἕσις a sending forth fem nom/voc pl (doric aeolic) ἔσης , σέω imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ὕσης , ὗσις a raining fem nom/voc pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οὕσης — ἕσης , ἕσις a sending forth fem nom/voc pl (doric aeolic) ἔσης , σέω imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ὕσης , ὗσις a raining fem nom/voc pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
CYNURA — urbs in argo, vel Argolica. Steph. Aliter Cynuros; unde regioni Cynuriae nomen, in qua urbes olim Thyrea et Anthene. Thucyd. l. 4. Περὶ τῆς Κυνουρίας γῆς ἧςἀεὶ περὶ διαφέρονται, μεθορίας ἔσης, ἔχει δ᾿ εν αὐτὴ Θυρέαν καὶ Α᾿νθήνην πόλιν. Earum… … Hofmann J. Lexicon universale
κρατίδιο — το 1. κράτος με μικρή έκταση 2. ομοσπονδιακό κράτος μέλος μιας ομόσπονδης πολιτείας («το κρατίδιο τής Έσης ανήκει στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τής Γερμανίας»). [ΕΤΥΜΟΛ. < κράτος + υποκορ. κατάλ. ίδιο*. Η λ., στον λόγιο τ. κρατίδιον,… … Dictionary of Greek
νικόλαος — I Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Σοφιστής. Ήταν μαθητής του Πλούταρχου και του Πρόκλου. Έγραψε τα έργα Λόγοι επιδεικτικοί, Τέχνη ρητορική και Προγυμνάσματα. Αποσπάσματα έργων του που διασώθηκαν δημοσιεύτηκαν από τους ελληνιστές Φινκ … Dictionary of Greek
Βαυαρία — (Bayern). Ομόσπονδο κράτος (70.547 τ. χλμ., 12.154.967 κάτ.) της Γερμανικής Δημοκρατίας, της οποίας καταλαμβάνει το νοτιοανατολικό τμήμα. Συνορεύει Ν και ΝΑ με την Αυστρία, Α με την Τσεχία, Δ και ΒΔ με τα κρατίδια του Μπάντεν Βίρτερμπεργκ και της … Dictionary of Greek
Βίσμαρκ, Ότο φον- — (Otto von Bismarck Schönhausen,Σενχάουζεν 1815 – Φρίντριχσρου 1898).Γερμανός πολιτικός. Απόγονος των Πρώσων Γιούνκερ,βουλευτής στη συντακτική συνέλευση του 1848, πολέμησε τους φιλελεύθερους αντιπαραθέτοντας στα προγράμματά τους το πρόγραμμα… … Dictionary of Greek
κηκιδόμυγα — Ονομασία διαφόρων εντόμων που μοιάζουν πολύ με τα κουνούπια και προκαλούν καταστροφές στα φυτά. Το κυριότερο είδος του γένους αυτού είναι η κ. η καταστρεπτική, η οποία προκαλεί μεγάλες ζημιές στο σιτάρι και στη σίκαλη. Οι προνύμφες της φωλιάζουν… … Dictionary of Greek
Μαρία Άννα — Όνομα δύο βασιλισσών της Ισπανίας. 1. M. A. των Αψβούργων της Αυστρίας (Βιέννη 1634 Μαδρίτη 1696). Κόρη του αυτοκράτορα Φερδινάνδου Γ’ και της Μαρίας Άννας των Αψβούργων της Ισπανίας, παντρεύτηκε το 1649 τον Φίλιππο Δ’ της Ισπανίας, πατέρα του… … Dictionary of Greek
Σιτς, Χάινριχ — (Schütz, Κέστριτς 1585 – Δρέσδη 1672). Γερμανός συνθέτης. Σε ηλικία περίπου έξι ετών άρχισε να μελετά τραγούδι και εκδήλωσε τέτοιες μουσικές ικανότητες, ώστε ο λανγράβος της Έσης Κάσελ, ακούοντάς τον, ανέλαβε ο ίδιος τη μόρφωση του παιδιού και το … Dictionary of Greek